Το γραψιμο ειναι η καλυτερη μορφη επικοινωνιας μετα τον ερωτα

σκεψεις, συνεντευξεις και κειμενα

Sunday, July 30, 2006

Αναπαράσταση









Πωλ Σεζάν, "Φόνος".
Σκοτεινό, βίαιο, παράφορο, τελικά ανθρώπινο. Μέσα σ' όλο αυτό το χάος που επικρατεί εντός του ανθρώπου πού βρίσκεται άραγε εκείνη η γωνιά της αγάπης; Μήπως τελικά δεν είναι παρά ένας μύθος;
(Αναχωρώ για να επισκεφτώ καταυλισμό. Θα γνωρίσω τη Μυριανθίνα. Ελπίζω να μιλήσουμνε λίγο. Είναι σε κάποιο νησί).

Wednesday, July 26, 2006

Προετοιμασία...

Τα παιδιά είχαν μάθει να ζητιανέυουν. Αυτό σημαίνει μια διαφορετική θεώρηση για τη ζωή. Σημαίνει ότι απαιτείς από τον άλλον να σου δώσει αυτό που δεν δικαιούσε. Και που εσύ θεωρείς ότι δικαιούσε. Αυτό πολύ εύκολα μπορεί να σε οδηγήσει στην παρανομία, ευκολότερα από κάποιον άλλον. Τα ήθη είναι πιο χαλαρά. Οι μειονότητες έτσι κι αλλιώς βρίσκονται στο περιθώριο, πολύ πιο κοντά στην παρανομία γιατί επιπλέον σπρώχνονται προς αυτήν από τους άλλους. Όταν δείχνεις σε κάποιον ότι τον φοβάσαι τον κάνεις να νιώθει ότι είναι στ' αλήθεια φοβερός. Και χρησιμοποιεί τότε αυτή τη δύναμη του φόβητρου. Τα παιδιά είχαν αυτή τη δύναμη. Πίστευαν ότι εκείνα ήταν πάνω από τους νόμους.
Η ιστορία του πατέρα τους: Ο Ανέστης ήταν μικροπωλητής που κάποτε μέσω ενός πολιτικού κατόρθωσε να βγάλει άδεια. Και πουλούσε στη λαϊκή αγορά φρούτα. Ύστερα η άδεια έληξε. Δεν τον ενδιέφερε να την ανανεώσει. Ήταν χαλαρός. Οι τσιγγάνοι πιστεύουν στη μοίρα. Ό,τι είναι να ΄'ρθει θε να ΄ρθεί αλλιώς θα προσπεράσει. Μεγαλώνουν όπως να 'ναι. Χωρίς φιλοδοξίες. Όταν δεν έχεις φιλοδοξίες ζεις διαφορετικά. Στο παρόν. Μέρα με τη μέρα. Είναι πολύ μακριά από μένα αυτή η ψυχολογία. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω εύκολα να την καταλάβω. Θα προσπαθήσω όμως. Γιατί πιστεύω ότι αξίζει να τους δόσω μια φωνή. Συνεχίζω με τον πατέρα. Αρρωσταίνει βαριά και μπαίνει στο νοσοκομείο. Τα παιδιά μένουν μόνα. Δεν έχουν ούτε μάνα ούτε πατέρα. Και είναι τέσσερα παιδιά. Ο μεγάλος, ο μεσαίος ο Βασιλάκης, ο μικρός και το κοριτσάκι. Πρέπει να φάνε. Κάποιος συγγενείς τους προσφέρει ό,τι μπορεί. Ο μεγάλος αδελφός έχει δει τη μάνα με τον γέρο. Υπάρχει κάπου εκεί κοντά μια ηλικιωμένη που πολλές φορές τους δίνει ό,τι μπορεί. Αν ένα βράδυ εκεί που κάθονται σκεφτούν ότι θα μπορούσαν απ' αυτήν να πάρουν κάτι που "δικαιούνται"; Τι θα γίνει; Πώς θα το κάνουν; Ο Αλέξανδρος ξέρει ότι για να μη τους πιάσει η αστυνομία πρέπει να προφυλαχτούν. Έτσι απλά.
Είναι φοβερές οι εμμονές του συγγραφέα. Δεν μπορώ να ξεκολλήσω από αυτό το πράγμα. Έρχεται και ξανάρχεται και δεν το θέλω. Αλλά μοιάζει να λειτουργεί ανεξάρτητα και με οδηγεί.
Είναι 85 ετών. Τη λένε Μαρία. Μένει μόνη της σ' ένα δωμάτιο. Όχι εγκαταλειμένη. Αλλά μόνη. Περπατάει ελάχιστα. Κοιτάζει έκπληκτη με τα μεγάλα γαλακτερά της μάτια θολά απ' τον καταρράκτη. Δεν βλέπει καλά. Ίσως και δεν ακούει καλά. Είναι αδύνατη και αδύναμη. Ωστόσο έχει δύναμη μέσα της για ζωή. Δεν θέλει να πεθάνει. Δεν της έχει περάσει καν απ' το μυαλό. Κι όταν κάποιες φορές νιώθει τις δυνάμεις να την εγκαταλείπουν φτύνει στον κόρφο της για να ξορκίσει το κακό. Αυτή τη γυναίκα την ξέρω καλά. Αυτή είναι το θύμα. Ένα εύκολο θύμα που μπορούν να τη χειριστούν ακόμη και παιδιά.
Θέλω ακόμη το Βασιλάκης να έχει μια γάτα. Είναι δική του, αγαπημένη. Είναι η γάτα του. Δεν ξέρω πόσο μπορεί ένα παιδί πραγματικά ν' αγαπήσει αλλά ο Βασιλάκης θα έχει μια εμμονή με τη γάτα του.
Πρέπει να βρω τον αφηγητή.

Monday, July 24, 2006

Η μικρή ιστορία της Μυριανθίνας

Ένα βράδυ η Μυριανθίνα πήγε στο σπίτι ενός ηλικιωμένου που ζούσε κοντά στον καταυλισμό. Μαζί με τον μεγάλο της γιο. Πήγαιναν συχνά κι ο ηλικιωμένος, ας πούμε ο κύριος Στέλιος, τους κερνούσε ό,τι είχε. Και καμιά φορά τους έδινε και χρήματα. Πολύ πιθανό. Όμως ο κύριος Στέλιος αυτή τη φορά δεν ήθελε να δώσει χρήματα. Η Μυριανθίνα είχε μέρες να πουλήσει "πράμα" κι ήταν στεγνή. Επέμενε για κανά ψιλό. Τότε ο κύριος Στέλιος της ζήτησε ένα μικρό, τόσο δα μικρό φιλάκι. Η Μυριανθίνα κάγχασε με το θράσος του γέρου. Αλλά κείνος προσπάθησε επιτέλους μετά από τόσον καιρό που την παρακαλούσε να το πάρει με το ζόρι. Μόνο που δεν υπολόγιζε ότι η Μυριανθίνα ήταν νέα και δυνατή. Τον χτύπησε με όλη της τη δύναμη. Κόντεψε να τον αφήσει στον τόπο. Άρπαξε ό,τι χρήματα βρήκε κι εξαφανίστηκε με το γιο της. Αλλά κάποιοι γείτονες την είχαν δει. Δεν ήταν προμελετημένο για να προφυλαχτεί. Άλλωστε όλοι ήξεραν ότι η Μυριανθίνα σύχναζε στο σπίτι του. Δεν ήταν δύσκολο να την μαζέψει η αστυνομία. Κι η Μυριανθίνα προφυλακίστηκε. Το χειρότερο δεν ήταν αυτό που συνέβη. Το χειρότερο ήταν που ο μεγάλος γιος είχε δει. Από δω κι εμπρός θα είχε αυτή την εικόνα στο μυαλό του. Και μια υπόθεση. Αν δεν τους είχαν δει οι γείτονες; Αν είχαν πάρει τα μέτρα τους να μη τους δει κανείς;

Friday, July 21, 2006

Μικρός εξουσιαστής 3

Να φτιάξω την οικογένεια. Η Μυριανθίνα η μητέρα είναι γύρω στα 35. Ο Ανέστης ο πατέρας γύρω στα 40. Η μητέρα τριγυρίζει πουλώντας μικροπράγματα κι ο πατέρας είναι μικροπωλητής, ίσως μικρά χαλιά. Ο μεγάλος γιος λέγεται Μανώλης. Είναι γύρω στα 16. Κι ο μικρός 7 ετών. Ο Βασίλης 9 ετών. Υπάρχει κι ένα μικρό κορίτσι η Λαλίνα 4 ετών. Μένουν σε καταυλισμό τσιγγάνων κάπου στην Ελλάδα. Δεν χρειάζεται να ξέρουμε πού. Οι τσιγγάνοι όπου κι αν ζουν μάλλον είναι ανεπιθύνητοι στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου. Περιθωριακοί. Τους φοβούνται ίσως. Όπως κάθε μειονότητα. Ο καταυλισμός είναι καταπατημένο οικόπεδο. Τα σπίτια αυτοσχέδια. Δεν υπάρχει ηλεκτρικό, ούτε νερό. Το κλέβουν από όπου μπορούν με σωλήνες και καλώδια. Στο σπίτι δεν υπάρχει τουαλέτα. Βγαίνουν στο χωράφι. Τι κάνουν; Απλώς ζουν. Σ' ένα δωμάτιο όλα. Κοιμούνται στο πάτωμα. Η Μυριανθίνα πουλάει χασίς. Πού το βρίσκει, μια ερώτηση. Κάνουν χρήση. Ίσως και ο μεγάλος γιος. Τα μικρά δεν ξέρω ακόμη. Γύρω τους μένουν συγγενείς στην ίδια περίπου κατάσταση. Πρέπει να πάω σ' έναν καταυλισμό. Δεν είναι εύκολο. Ελπίζω να τα καταφέρω. Ν' αγοράσω το βιβλίο της Αλίκης Βαξεβάνογλου που μου συνέστησαν απ' το ίδρυμα. Είναι μια μελέτη για τους τσιγγάνους. Ίσως υπάρχει και άλλο. Θα ψάξω. Ο μικρός Βασίλης είναι συνέχεια στο μυαλό μου. Μπορεί να έχει κάνει χρήση χασίς; Όλη η οικογένεια είναι αγράμματη. Στο ίδρυμα μου είπαν ότι ο Βασίλης έχει αρχίσει τώρα να μαθαίνει γράμματα και είναι πανέξυπνος, τα παίρνει.
Επόμενο βήμα: Οι σχέσεις μέσα στην οικογένεια. Θα το μελετήσω. Έχουν απόλυτη σχέση με το συμβάν. Την "κακή πράξη!" Στο σπίτι υπάρχει τηλεοραση, ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι για τα παιδιά. Ένα πακέτο με τσίχλες μπαμπαλού. Κλεμένα; Ο καταυλισμός πρέπει να είναι κοντά σε κανονικό οικισμό. Οι διαφορές να φαίνονται με την πρώτη ματιά, έντονες. Ακόμη δεν μπορώ να μιλήσω για συναισθήματα. Ούτε για έλλειψη ή μη έλλειψη αγάπης. Θα δούμε.

Thursday, July 20, 2006

Πρόσωπο με πρόσωπο με τον μικρό εξουσιαστή 2

Το κουδούνι που χτύπησε καλούσε τα παιδιά του ορφανοτροφείου για το μεσημεριανό φαγητό. Έφυγα κρατώντας στο μυαλό μου τα ξανθά του μαλλιά και τα μπλε μάτια του. Η συμφωνία με το ίδρυμα ήταν να δω μόνο το παιδί. Να μη ρωτήσω περισσότερα και οι ίδιες οι κοινωνικοί λειτουργοί του ορφανοτροφείου και το προσωπικό απέφυγαν να μου μιλήσουν για το συμβάν που τον οδήγησε εκεί και θα τον οδηγήσει το Σεπτέμβρη στα δικαστήρια με την κατηγορία της συνεργίας σε ανθρωποκτονία αν και είναι μόλις 9 ετών. Στο δικαστήριο θα παραστεί σαν μάρτυρας και το δικαστήριο θα αποφασίσει για την αθωότητα ή την ενοχή του και μετά θα ορίσει την "τιμωρία" του αν κριθεί ένοχος και το πού θα πάει. Αλλά ακόμη και αν κριθεί αθώος είναι αμφίβολο αν ο μικρός Βασίλης θα γυρίσει σπίτι του. Το δικαστήριο μπορεί να αποφανθεί ότι η οικογένειά του δεν είναι ικανή για την κηδεμονία του. Ένα απίστευτα σοβαρό πρόβλημα, τόσο σοβαρό όσο και η κατηγορία που βαραίνει το παιδί.
Γυρίζοντας πίσω το σκεφτόμουν συνέχεια. Και η απόφαση σφραγίστηκε στο μυαλό μου. Θα γράψω γι' αυτό το παιδί. Που αγαπούσε να μασάει μπαμπαλού και κατηγορείται ότι συμμετείχε σε ανθρωποκτονία εκ προθέσεως.
Θα κρατήσω κρυφό το όνομά του, άλλωστε το Βασίλης είναι επινόηση δική μου. Θα προσπαθήσω να γράψω γι' αυτόν χωρίς να τον προδώσω. Θα είναι και δεν θα είναι αυτός. Αλλά αυτό που θα "βγει" θα είναι αληθινό στην ουσία του. Γιατί πιστεύω πως πάνω απ' όλα η λογοτεχνία έχει αξία αν είναι αληθινή, δηλαδή έχει σάρκα και αίμα, και αν υπερασπίζεται το δίκιο του ταπεινού, του μη έχοντος, της μειοψηφίας, των αγνοημένων, των επαναστατημένων, αυτών που κάποιοι τους έχουν απορρίψει, που δεν τους έχουν αγαπήσει, και κανείς δεν μιλάει γι' αυτούς.
Σ' αυτό λοιπόν εδώ το blog, όπως ήταν εξ αρχής η πρόθεσή μου, θα κρατήσω τις σημειώσεις της συγγραφής αυτού του βιβλίου που θα έχει πρωταγωνιστή αυτό το παιδί. Θα γράφω τις σκέψεις μου και θα οργανώσω το υλικό μου. Ίσως, αν όλα πάνε καλά, ν' αρχίσει να γράφεται εδώ και το ίδιο το βιβλίο. Αν κάποιος έχει κάτι να πει, να προσθέσει ή να κάνει κάποιο σχόλιο ευπρόσδεκτος. Μπορεί να ληφθεί υπ' όψη η παρατήρησή του ή όχι. Αλλά θα είναι καλοδεχούμενη. Για πρώτη φορά ο συγγραφέας δεν θα είναι μόνος. Είναι απίστευτα οδυνηρή η μοναξιά του γραφιά. Όταν αυτό το έχεις ζήσει για χρόνια. Πάμε λοιπόν.
Αυτό που μπορώ να γράψω σήμερα είναι δυο ονόματα ακόμη. Η μητέρα του Βασίλη λέγεται Μυριανθίνα. Και ο πατέρας του Ανέστης. Εννοείται ότι κάθε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα είναι συμπτωματική.

Tuesday, July 18, 2006

Πρόσωπο με πρόσωπο με τον μικρό "εξουσιαστή"

Τον γνώρισα μόλις προχτες σ' ένα ταξίδι μου στην Ελλάδα ψάχνοντας τα ίχνη του. Δεν ήξερα πολλά γι' αυτόν. Μόνο ότι τον λένε Βασίλη, είναι 9 ετών, ανήκει στη φυλή των ρομ, βρίσκεται σε ένα ορφανοτροφείο κάπου στη χώρα κι έχει κάνει μια "πάρα πολύ κακή πράξη" που γι' αυτήν έχει μετανιώσει πολύ και παρακαλάει το Θεό, αν τον ακούει, να τον συγχωρέσει και δεν θα το ξανακάνει ποτέ, ποτέ, ποτέ... Κι όταν τα σκέφτεται αυτά φοβάται.
-Θέλεις να μου μιλήσεις γι' αυτά;
-Ποιά αυτά;
-Που σκέφτεσαι. Μπορεί μετά να μη φοβάσαι.
-'Εχεις μια μπαμπαλού;
-Έχω καραμέλες με γεύση φράουλα. Πάρε.
-Δος μου άλλη μια για μετά. Είσαι από την τηλεόραση;
-Όχι. Ήθελα μόνο να σε γνωρίσω.
-Η κυρία μου έχει πει ότι όλοι κάνουμε κακές πράξεις στη ζωή μας. Εσύ έχεις κάνει;
-Έχω κάνει.
-Πες μου μια. Την πιο κακή σου.
-Έχω πει ψέματα.
-Άλλη. Πιο κακή.
-Έχω τσακωθεί.
-Πιο κακή.
-Έχω... Δεν έχω βοηθήσει κάποιον που είχε ανάγκη.
-Πιο κακή. Πιο κακή.
-Πόσο πιο κακή;
Κοιτάζει γύρω γύρω μη τον βλέπουν και με τραβάει να σκύψω. Μου ψιθυρίζει βραχνά στ' αφτί.
-Να. Έχεις σκοτώσει ποτέ;

Άφωνη. Στοπ καρέ. Κουδούνι. Φωνές. Γέλια. Μαύρο. Cut.


Tuesday, July 11, 2006

"Ομολογώντας το ανομολόγητο"

Αναδημοσιεύω μια συνέντευξη που ίσως έχει μερικά σημεία ενδιαφέροντα. Τα σημειώνω με κόκκινο.
-Πως ξεκινήσατε να γράφετε;

-Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου σκάρωνα ιστορίες. Άλλοτε αναδύονταν με μορφή μονολόγων ή διαλόγου κι άλλοτε σαν αφήγηση. Ό,τι με εντυπωσίαζε γινόταν μια ιστορία με πολύ έντονες εικόνες. Ακόμη δεν είχα πάει στο σχολείο και θυμάμαι που έλεγα στη μητέρα μου μια ιστορία με ατίθασα άλογα που κάλπαζαν ορμητικά σηκώνοντας το χώμα στο πέρασμά τους και πληγώνοντας τόσο βαθιά τη γη που ανάβλυζε αίμα από μέσα της! Όλοι μου έλεγαν θα γίνεις συγγραφέας όταν μεγαλώσεις. Εγώ ήθελα να γίνω άντρας και καπετάνιος. Έγινα τα δυο απ’ αυτά. Και την εικόνα με τα άλογα τη χρησιμοποίησα σ’ ένα μυθιστόρημά μου. Πιστεύω πως ο συγγραφέας γεννιέται, δεν διαμορφώνεται καθ’ οδόν. Κάποια δυσλειτουργία σ’ ένα τμήμα του εγκεφάλου του διογκώνει τη φαντασία του σε βάρος της λογικής του κι αυτό φαίνεται τον αναγκάζει να γίνεται παρατηρητής και να ζει μέσα από τη φαντασία του. Είναι ελάχιστοι οι συγγραφείς που πέτυχαν στην τέχνη τους αλλά και στην πραγματική ζωή.
-Ποια είναι τα θέματα που σας εμπνέουν;

-Η σκοτεινή πλευρά του ανθρώπου. Το ανομολόγητο. Οι βαθύτερες επιθυμίες του. Οι σχέσεις που αγωνίζεται να δημιουργήσει με τους άλλους. Η κόντρα με το περιβάλλον του. Η αντίσταση στις κοινωνικές συνθήκες. Η παραβατική συμπεριφορά, ό,τι πιο βαθιά μέσα του κρύβει ο άνθρωπος. Η βία μέσα και έξω απ’ αυτόν. Και η ιστορία. Γιατί η ιστορία μιλάει για τα λάθη μας. Και τα λάθη μας είμαστε εμείς. Μ’ ενδιαφέρει η αλήθεια. Το βιωμένο. Πιστεύω ότι η τέχνη εξυπηρετεί την αλήθεια του ανθρώπου. Γιατί η τέχνη είναι ένας τρόπος να βρει ο άνθρωπος τον εαυτό του, να τον καταλάβει, να μπει στη θέση του άλλου, να νιώσει ότι δεν είναι μόνος. Να νικήσει τον φόβο του θανάτου. Αυτό το θηρίο που μας καταδιώκει. Ακόμη μ’ ενδιαφέρει ο έρωτας και η αγάπη. Ο τρόπος που εκπίπτουν αυτά και δίνουν τη θέση τους σε άλλες αξίες, όπως το χρήμα, η δύναμη, η κοινωνική καταξίωση. Το θέατρο με την αμεσότητά του μπορεί να λειτουργήσει θεαματικά πάνω στον άνθρωπο. Γι’ αυτό το θέατρο πρέπει να μη σταματήσει να υπάρχει. Είναι η μόνη άμεση τέχνη επικοινωνίας που μπορεί να ταρακουνήσει εφησυχασμένες συνειδήσεις. Αυτός είναι ο λόγος που πιστεύω επίσης στη δύναμη του πολιτικού θεάτρου, δεν μιλάω φυσικά για στείρο διδακτισμό.

-Ποια ήταν η αντιμετώπιση που είχατε ως νέα θεατρική συγγραφέας στην ελληνική κοινωνία όταν πρωτοεμφανιστήκατε;

-Εμφανίστηκα αργά. Ενώ γράφω από πολύ νωρίς. Δεν ξέρω ποιος ήταν ο λόγος. Χτυπούσα πόρτες που δεν άνοιγαν. Και έμενα απ’ έξω. Όταν μετά από σχεδόν τριάντα χρόνια άνοιξε μια πόρτα και μπήκα με υποδέχτηκαν με ενθουσιασμό. Ήταν το 2000 με το Γεύμα. Ενώ εγώ υπήρξα όλα αυτά τα χρόνια άτυχη το έργο μου υπήρξε τυχερό. Ίσως γιατί μη σταματώντας να γράφω όλ’ αυτά τα χρόνια βελτίωσα τη γραφή μου. Ξέρετε, πιστεύω πως η γρήγορη επιτυχία είναι ο χειρότερος σύμβουλος του καλλιτέχνη. Δεν τον αφήνει να πάει παρακάτω. Στομώνει. Ωστόσο καλόν είναι να έρχεται κάποτε η αναγνώριση γιατί και ο συνεχής αγώνας ν’ ανοίξεις μια πόρτα σε στεγνώνει. Η χώρα μας δεν φημίζεται για τις ιδανικές ευκαιρίες που προσφέρει στους ανθρώπους της τέχνης.

-Πως αισθάνεστε σε ένα χώρο όπως αυτός της θεατρικής γραφής που είναι κατά βάση ανδροκρατούμενος;

-Υπέροχα. Με κάνει να νιώθω ότι κατόρθωσα να γίνω και το τρίτο σκέλος των επιθυμιών μου. Συγγραφέας-Καπετάνιος-Άντρας! Όταν πήρα τα κρατικά βραβεία θεατρικού έργου και μιλώντας εκ των υστέρων με ανθρώπους των επιτροπών, μου εξομολογήθηκαν ότι όταν άνοιξαν τα φάκελα με τα πραγματικά ονόματα των συμμετεχόντων, δεν πίστευαν ότι αυτά τα έργα μπορεί να τα έχει γράψει μια γυναίκα. Μιλάω για το «Γεύμα» που παίχτηκε στην Ελλάδα και το «Ροστμπίφ» που ανέβηκε στο Λονδίνο. Τώρα αν αυτό είναι καλό ή είναι κακό, δεν ξέρω. Ωστόσο ξέρω ότι η γυναικεία ματιά στα πράγματα διαφοροποιείται από την αντρική στο μέτρο που η γυναίκα δεν είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Κι αυτό κάνει πολύ μεγάλη διαφορά στην οπτική νομίζω.

-Ποια πιστεύετε ότι είναι σήμερα η θέση του νεοελληνικού έργου και των συγγραφέων στην ελληνική κοινωνία; Πιστεύετε ότι μπορεί να ανέβει εύκολα ένα νεοελληνικό έργο και υπό ποιες προϋποθέσεις;

-Παλιότερα δεν μπορούσε. Τώρα μπορεί. Θα έλεγα ότι τείνει να γίνει και μια μόδα. Απέχει βέβαια ακόμη γιατί το ξένο έργο αντιστέκεται, έχει πολλούς και ποικίλους υποστηρικτές, παρουσιάζει ευκολίες, βοηθιέται ποικιλοτρόπως και απ’ το εξωτερικό, προσφέρει εγγυήσεις. Και πέρα απ’ όλα αυτά καλόν είναι να υπάρχει γιατί δεν μπορούμε να απομονωθούμε στα δικά μας. Είναι μια μορφή επικοινωνίας και αυτή. Ωστόσο επειδή παρακολουθώ με μανία θέατρο, και ιδιαίτερα τα ελληνικά έργα, διαπιστώνω με μεγάλη μου χαρά αυτό που υποψιαζόμουν πάντα: ότι πολλά ελληνικά έργα είναι ανώτερα από αρκετά ξένα που τυχαίνουν πολύ μεγάλης προβολής. Φυσικά είναι υπερ του ελληνικού έργου η γλώσσα. Η μετάφραση πάντα υπολείπεται όσο καλή κι αν είναι γιατί δεν παύει να είναι μετάφραση ενώ το ελληνικό έργο μιλάει στον θεατή του με κοινούς κώδικες. Αλλά όσο εύκολο είναι σήμερα ν’ ανέβει ένα ελληνικό έργο στη σκηνή άλλο τόσο δύσκολο γίνεται αν δεν έχει ο συγγραφέας τις απαιτούμενες «συστάσεις». Γιατί το ελληνικό πρωτοεμφανιζόμενο έργο απαιτεί διορατικότητα και τόλμη από τον σκηνοθέτη που θα το επιλέξει.

-Είστε μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Ποια η σχέση σας με τέτοιου είδους φορείς;

-Οι φορείς καλόν είναι να υπάρχουν όσο εξυπηρετούν τα οικονομικά, νομικά ή άλλα σχετικά συμφέροντα των μελών τους. Με βρίσκουν αντίθετη οι προσωπικές αντιπαραθέσεις που οδηγούν σε πόλωση μέσα στον χώρο της τέχνης, που αντίθετα θα έπρεπε να διαπνέεται από συλλογικό πνεύμα προώθησης της θεατρικής πράξης. Ζητάω πολλά απ’ την Ελλάδα;

-Τι πιστεύετε για τους διαγωνισμούς θεατρικής γραφής;

-Έχω κερδίσει δυο φορές κρατικό βραβείο θεατρικού έργου. Δεν με βοήθησε πουθενά στην πράξη. Δεν το επέλεξε κανείς να το ανεβάσει επειδή είχε βραβευθεί. Αυτό σας λέει κάτι; Ίσως χρειάζεται μια πολύ βαθιά τομή γενικά στους θεσμούς των βραβείων στη χώρα μας για ν’ αποκτήσουν αξιοπιστία και να σημαίνουν πραγματικά κάτι γι’ αυτόν που βραβεύεται πέρα από τις 5.000 ευρώ.

-Ποια η θέση του νεοελληνικού έργου στις ξένες σκηνές; Πως πιστεύετε ότι θα μπορούσε να προωθηθεί το νεοελληνικό έργο στο εξωτερικό;
-Έχει ανέβει έργο μου, το Ροστμπίφ, στο Λονδίνο στa Riverside Studios από αγγλική θεατρική εταιρία στα αγγλικά. Από αυτό αποκόμισα το εξής δυσοίωνο: Ότι οι άγγλοι -όχι βέβαια οι ελληνιστές καθηγητές των Πανεπιστημίων- δεν γνωρίζουν κανέναν νεοέλληνα συγγραφέα, πλην του Καζαντζάκη. Νομίζουν ότι η Ελλάδα έχει μόνον τους αρχαίους συγγραφείς. Ακόμη και στις συνεντεύξεις που έδωσα με ρωτούσαν για τη Μήδεια, την Αντιγόνη και την Κλυταιμήστρα και πόσο οι σύγχρονες ελληνίδες γυναίκες θυμίζουν αυτές τις μυθικές ηρωίδες. Και μιλάμε για συνέντευξη σε εκπομπή του BBC! Ο πολιτισμός σήμερα είναι θέμα χρημάτων και μάρκετινγκ. Κανείς δεν θέλει να σε μάθει και δεν θα ψάξει να σε βρει αν δεν του κεντρίσεις εσύ το ενδιαφέρον. Λυπάμαι που το λέω αλλά αυτοί είναι οι κανόνες της αγοράς. Κι επειδή ο πολιτισμός τείνει να γίνει μια βαριά βιομηχανία αν δεν θέλουμε να μείνουμε για πάντα απ’ έξω ίσως χρειάζεται ν’ αναθεωρήσουμε τις απόψεις μας και όχι μόνο με λόγια. Το να ακολουθήσουμε τους κανόνες της διεθνούς αγοράς δεν σημαίνει βεβαίως ότι καλούμεθα να εκπέσουμε στην ποιότητά μας όπου και όσο την έχουμε. Η ποιότητα είναι πάντα η προϋπόθεση. Ιδέες υπάρχουν πάρα πολλές και άριστες από όλους μας αλλά δει δη χρημάτων.
\-Ποια η σχέση της δική σας γενιάς θεατρικών συγγραφέων με την παλαιότερη και τη νεότερη; Πιστεύετε ότι υπάρχουν διαφορές, ομοιότητες, συνέχεια;

-Απόλυτη συνέχεια. Δεν θα υπήρχε η δική μου γενιά αν δεν ζυμωνόταν με τα έργα του Καμπανέλλη, του Μάτεσι, του Ζιώγα, του Κεχαΐδη. Ακολουθούμε το στίγμα τους, βαδίζουμε στο δρόμο που χάραξαν όπως κι εκείνοι πάνω στα χνάρια των παλιότερων. Τίποτα δεν γίνεται απ’ την αρχή. Εξελίσσεται αφομοιώνοντας νέα στοιχεία που προκύπτουν απ’ τις ιδιαιτερότητες κάθε εποχής ακολουθώντας την ή στην καλύτερη περίπτωση προβλέποντάς την.

-Η θεατρική γραφή διδάσκεται ή είναι κάτι που το έχεις;

-Όπως σας είπα και πριν πιστεύω πως ο συγγραφέας γεννιέται με αυτή την ιδιαιτερότητα. Στην πορεία της ζωής του αναζητεί τους τρόπους και τις τεχνικές για να μπορέσει να επικοινωνήσει καλύτερα με το κοινό του. Βρίσκει έτοιμους τρόπους ή δημιουργεί δικούς του. Το μόνο κομμάτι που μπορεί να διαδαχτεί είναι αυτό. Οι τεχνικές. Για να κερδίσει χρόνο ο συγγραφέας από το ανακαλύψει μόνος του ότι έχουν ανακαλύψει οι άλλοι πριν απ’ αυτόν. Και όταν μάθει όλες αυτές τις τεχνικές καλείται να τις ξεχάσει για να μπορέσει να δουλέψει πέρα απ’ αυτές. Γιατί οι τεχνικές δεν μπορούν να φτιάξουν έναν συγγραφέα. Δεν έχουν τη δύναμη να του «διαστρεβλώσουν» το μυαλό! Φυσικά μπορούν να τον κάνουν να γράψει. Κανείς όμως δεν μπορεί να διδάξει σε κανέναν πώς να γράφει με το αίμα του, με το στομάχι του ή με τα έντερά του, όπως ο Κάφκα, ο Ντοστογιέφσκι, ο Καζαντζάκης, ο Σαίξπηρ, ο Ουίλιαμς, ο Καμπανέλλης και τόσοι άλλοι. Απλώνουμε στην κοινή θέα το μέσα μας και χαιρόμαστε όταν βρίσκεται κάποιος που έχει τη διάθεση να το κατασπαράξει!
(Συνέντευξη στην Ευγενία Σωμαρά, Περιοδικό "Φουαγιέ" Ιουνίου 2006)

Sunday, July 09, 2006

Γυναίκα στον Ήλιο






Είχα υποσχεθεί έναν Χόπερ. Ιδού η "Γυναίκα στον ήλιο". Μόνη. Υπέροχη! Αυτάρκης; Με ένα σύμπαν στο κεφάλι της που στάζει στις αρτηρίες και μεταφέρεται σ' όλο της το κορμί που μοιάζει έτοιμο να... εκτιναχτεί...

Saturday, July 08, 2006

Σκέψη 3η. Κόκκινη. ΤΟ BLOG

Δευτέρα βράδυ στην Πειραιώς 260 είμαι ανάμεσα σε λίγο σχετικά κόσμο για να παρακολουθήσω μια παράσταση που ούτε ξέρω τι θα ήταν. Ίσως κάτι χορευτικό. Ίσως κάτι άλλο. Από έναν Γαλλοαλγερινό.περφόρμερ τον Ρασίντι Ουραμντάν. Σβήνουν τα φώτα και ανάβει ένα βίντεο. Ένας άντρας ξεβάφεται ανάποδα. Ύστερα από λίγο μια φωνή μας ενημερώνει για κάποια συμβάντα στον κόσμο. Και πέφτω πάνω σε blog. Η τύπισσα που εκφωνεί μιλάει για bloggers. Μιλάει για μια τρέλα. Μιλάει για τη μοναξιά. Μιλάει για έναν τύπο που μπροστά στην οθόνη του στο ανεβασμένο του blog ειδοποιεί τους άλλους bloggers ότι τώρα, αυτήν ακριβώς τη στιγμή θα αυτοκτονήσει. Και το κάνει. Γράφει το τελευταίο του post και... φεύγει! Η τύπισσα που εκφωνεί λέει ότι είναι αληθινό γεγονός κι έγινε στη Γαλλία. Με κερδίζει αμέσως όπως είναι επόμενο και παρακολουθώ με ένταση. Αμέσως βγαίνει ο Ρασίντ με δεμένα τα χέρια στους καρπούς ματωμένα. Μπροστά σ' ένα ρινγκ ξαπλωμένος με στέλνει. Χορεύει με τα πόδια με ένα ομοίωμα το σπαρακτικό χορό της απομόνωσης και της μοναξιάς, της τρέλας και της απελπισίας. Με λυτρώνει. Όλα τα άλλα που κάνει μετά δεν έχουν πια σημασία μπροστά στο μεγαλείο του blogger. Κανείς μας δεν είναι πια μόνος. Πατάμε blogspot. com και είμαστε μόνοι αλλά όλοι μαζί. Χορεύουμε με κάποιον αόρατο μασκοφόρο ή με έναν λαγό που τρέχει, ή ένα λουλούδι, ή μια θολή παλιά ή νέα φωτογραφία αλλά ευτυχώς όλοι είμαστε ακόμη εδώ... ζωντανοί! Έχουμε μπει σε μια άλλη διάσταση προσπαθώντας να παραμείνουμε οι ίδιοι. Πόσον καιρό μπορεί να το παίζουμε αυτό;

Wednesday, July 05, 2006

"Γυναίκα με σκύλο"

Ο Λούσιεν Φρόυντ (εγγονός του πατέρα της ψυχανάλυσης) απεικονίζει στα έργα του τη γυμνή πραγματικότητα! Είναι ένα από τα στοιχεία του που με γοητεύει. Έτσι όπως βλέπεις τη γυναίκα με το υπέροχο στήθος, που θυμίζει σκηνή μετά τον θηλασμό, και συγχρόνως αντί να κοιμάται στην αγκαλιά της ένα παιδί, γαληνεύει ένας σκύλος, το μυαλό σου κάνει άθελά του συνειρμούς. Άραγε αυτό να θέλει να πει ο ζωγράφος; 'Η στο δικό μου μόνο το μυαλό ανάβουν τέτοιες πυρκαγιές;
"Μόνη και στην καρδιά της τόσο πλήθος
Και στην καρδιά της τόσος πόνος
Και τόσος πόνος στάλα στάλα μόνος"
αν θυμάμαι καλά απ' έξω τα λόγια του ποιητή.

Tuesday, July 04, 2006

Μια ιστορία ψάχνει τέλος

"Ήταν 16 ετών. Πήγαινε ακόμη σχολείο. Δεν ήταν όμορφη, δεν ήταν καλή μαθήτρια, δεν είχε πολλές επιτυχίες. Είχε μια συμμαθήτρια που την έλεγαν Άλκη. Η Άλκη ήταν ψηλή και όμορφη, θύμιζε Κιμ Νόβακ αλλά με μαύρα μαλλιά. Καλή μαθήτρια. Έκαναν συντροφιά, πήγαιναν μαζί σε πάρτι, διάβαζαν παρέα. Ένα πρωί η Άλκη ήταν κακόκεφη. Είπε τα τσούγκρισε με τους γονείς της, δεν αντέχει άλλο την καταπίεση, θα 'πρεπε να μπορούσε να φύγει απ' το σπίτι αλλά δεν το τολμά, θέλει να πεθάνει! Η άλλη την άκουγε προσεκτικά αμίλητη αλλά όταν είπε πως θέλει να πεθάνει τότε ξαφνικά αποφάσισε να δράσει..."
Αυτή τη μικρή ιστορία, που δεν τη γράφω μέχρι το τέλος, μου τη διηγήθηκε μια φίλη χτες βράδυ καθώς σκαλίζαμε σκοτεινές σελίδες των μαθητικών χρόνων. Σκέφτηκα λοιπόν να τη μεταφέρω εδώ χωρίς το τέλος και να το γράψουμε εμείς. Εγώ ακόμη δεν έχω σκεφτεί τι θα έκανα. Εσείς;

Saturday, July 01, 2006

Ένα παιχνίδι μνήμης

Δέκα χρονών στη Σαλαμίνα. Διακοπές με τους γονείς μου και τους φίλους τους. Οι φίλοι τους είχαν παιδιά, λίγο μεγαλύτερα από μένα. Κορίτσια και αγόρια. Τα αγόρια δεν μας έπαιζαν. Έκαναν τα δικά τους. Τα κορίτσια δεν έπαιζαν εμένα. Έκαναν κι αυτά τα δικά τους. Τρωγόμουνα. Έκλαιγα τα βράδια κρυφά. Έπαιζα μόνη μου με τα δέντρα. Τους έλεγα ότι υπήρχαν τεράστια μυρμήγκια. Γελούσαν αλλά δεν ήθελαν να δουν. Ένα πρωί ακούσαμε ότι εμφανίστηκε στη θάλασσα ένα σκυλόψαρο. Η παραλία άδειασε. Οι ψαράδες είχαν μαζέψει από νωρίς τα δίχτυα. Δεν σάλευε τίποτα όσο το μάτι μας έβλεπε στον ορίζοντα. Έβαλα το μαγιώ μου. Δεν είπα σε κανέναν τίποτα. Και βούτηξα. Δεν ήξερα γιατί. Μια παρόρμηση ήταν. Ακόμα δεν το ξέρω με σιγουριά. Κολύμπησα βαθιά. Στα άπατα. Και τότε άκουσα πλάι μου την αναταραχή της θάλασσας. Δεν ήταν ανάγκη να γυρίσω να δω. Ήξερα. Και τότε άρχισα να κολυμπάω με όλη μου τη δύναμη προς τη στεριά. Δεν σκεφτόμουνα τίποτα παρά μόνο ότι έπρεπε να προλάβω να φτάσω πρώτη. Στα μισά μ' έφτασε ένα καΐκι. Με τράβηξαν. Οι άλλοι πέταξαν μέσα στη θάλασσα ένα δίχτυ. Βγήκαμε στη στεριά. Οι ψαράδες τράβηξαν το σκυλόψαρο έξω. Μαζεύτηκε κόσμος. Το κοιτάζαμε. Τα κορίτσια κοίταζαν εμένα αμίλητες. Πήγα να αλλάξω γιατί κρύωνα. Το βράδυ πήγα με τους γονείς μου σινεμά. Έφαγα παγωτό. Το πρωί φύγαμε. Δεν ξαναπήγαμε άλλο καλοκαίρι στη Σαλαμίνα.

Πού το θυμήθηκα τώρα; Ποιός άλλος αντέχει να θυμηθεί;